ΓΟΝΕΙΣ ΣΤΑ…ΟΡΙΑ!
Η οικογένεια είναι ένα σύστημα το οποίο για να λειτουργήσει χρειάζεται το κάθε μέλος της να στηρίζει τη θέση του με συνέπεια και υπευθυνότητα. Η μοναδική και ξεχωριστή προσωπικότητα του κάθε μέλους εκφράζει παράλληλα τις σχέσεις της μικρής και της ευρύτερης οικογένειας.
Το στρες η πίεση και η ευθύνη που συμπορεύονται με την γονεϊκή ταυτότητα, οδηγούν ίσως σε «δύσκολες- δυσνόητες συμπεριφορές» απέναντι στο παιδί, που το δυσκολεύουν- αποθαρρύνουν να αυτονομηθεί παίρνοντας την ευθύνη για τις πράξεις και τις επιλογές του.
Το να είναι κανείς γονιός δεν είναι εύκολη υπόθεση. Ένα σύνηθες ερώτημα των γονιών, με πολλή αγωνία και νοιάξιμο, είναι αν μεγαλώνουν σωστά τα παιδιά τους και πόσο αυστηροί μπορεί να είναι μαζί τους. Πραγματικά, δεν υπάρχει «σωστό» και «λάθος» στον τρόπο διαπαιδαγώγησης των παιδιών. Δεν υπάρχει συνταγή. Κάθε παιδί είναι διαφορετικό όπως και κάθε οικογένεια είναι διαφορετική, και σε κάθε περίπτωση μπορεί να μην ισχύουν οι ίδιοι κανόνες. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιες προτάσεις, κάποιοι γενικοί κανόνες που ίσως μπορούν να βοηθήσουν τους γονείς, να τους διευκολύνουν, ώστε να χαίρονται και να απολαμβάνουν αυτή τους την ταυτότητα (γονεϊκή).
Αρχικά, θα πρέπει να τονιστεί ότι κανείς δεν γεννιέται γονιός και πολύ περισσότερο δε γνωρίζει πώς να είναι «καλός γονιός». Στόχος του απλά είναι το καλό του παιδιού του.
Από την στιγμή που γεννιέται ένα παιδί, οι γονείς βάζουν συνεχώς όρια γύρω από το παιδί τους για να το προστατέψουν. Περιορίζουν τον εξωτερικό κόσμο για να μην εισχωρήσει στον κόσμο του παιδιού περισσότερο από όσο εκείνοι θεωρούν ότι είναι σωστό και αναγκαίο για την εξασφάλιση της σωματικής και ψυχικής ασφάλειάς του και γενικά προσπαθούν να το προστατεύουν από καταστάσεις οι οποίες θα μπορούσαν να αποτελέσουν κίνδυνο για το παιδί.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΟΡΙΑ ΚΑΙ ΣΕ ΤΙ ΧΡΗΣΙΜΕΥΟΥΝ ΣΤΗ ΔΙΑΠΑΙΔΑΓΩΓΗΣΗ:
Τα όρια είναι εργαλεία που χρησιμοποιούμε για να «χτίσουμε» σχέσεις συνεργασίας, για να γνωστοποιήσουμε στα παιδιά τι θέλουμε, καθώς και τι εναλλακτικές λύσεις υπάρχουν προκειμένου να μπορέσουν να πάρουν αυτό που θέλουν.
Τα παιδιά χρειάζονται όρια στη συμπεριφορά τους. Αν ξέρετε τι περιμένετε από αυτά και μέχρι που μπορούν να φτάσουν, νιώθουν ασφάλεια και σιγουριά. Η παιδική ηλικία είναι η περίοδος που πρέπει να χτιστούν τα όρια και οι περιορισμοί στην ίσως αλλόκοτη ή και δυσλειτουργική συμπεριφορά. Η οριοθέτηση της συμπεριφοράς είναι αυτό που βοηθά το παιδί να κατανοήσει τους κανόνες και τις προσδοκίες των γονέων του επομένως, σχετίζεται με την διδασκαλία και όχι με την τιμωρία.
Μαθαίνουμε/Διδάσκουμε το παιδί μας αρχίζοντας από πολύ νωρίς, περίπου από την ηλικία του ενός έτους. Αυτή είναι η πιο κατάλληλη περίοδος της ζωής του, για να βάλετε τα πρώτα θεμέλια. Να αρχίσει το παιδί να μαθαίνει την έννοια του «όχι» και να αρχίσει να καταλαβαίνει ότι δεν μπορούν όλες οι επιθυμίες να ικανοποιούνται. Σιγά-σιγά το παιδί καταλαβαίνει ότι κάποια πράγματα επιτρέπονται και κάποια απαγορεύονται και ότι τα «δεν» έχουν συγκεκριμένη αιτιολογία, άμεσα συνδεδεμένη με το παρόν και κυρίως με το μέλλον του.
Γενικά, η πειθαρχία δεν είναι κάτι που δίνεται με συνταγή, κάτι μαγικό. Δεν έχει κατευθυντήριες γραμμές. Είναι μια διαδικασία η οποία προκύπτει μέσα από τη διαχρονική σχέση με τα παιδιά. Η πειθαρχία πρέπει να πηγάζει μέσα από την όλη σχέση γονέα και παιδιού και να είναι στηριγμένη στην αγάπη και στην εμπιστοσύνη, όχι στον εκφοβισμό και τη λήψη ή έστω στην απειλή για λήψη υπερβολικών και αδικαιολόγητων τιμωρητέων μέτρων.
Άλλες έννοιες που σχετίζονται με την πειθαρχία είναι η φυσική συνέπεια, η λογική συνέπεια και η τιμωρία.
- Η φυσική συνέπεια είναι το φυσικό επακόλουθο μιας ενέργειας. Δηλαδή, δεν θα πάρω μαζί μου το κολατσιό μου και έτσι θα πεινάσω.
- Η λογική συνέπεια είναι το επακόλουθο που προγραμματίζει ο γονέας ως συνέπεια σε ένα όριο ή κανόνα ο οποίος δεν τηρείται. Δηλαδή, δεν έκλεισα την τηλεόραση την ώρα που είχε συμφωνηθεί και για αυτό δεν θα δω τηλεόραση την επόμενη ημέρα καθόλου.
- Η τιμωρία είναι δύναμη εξουσίας και επιβάλλεται χωρίς υπαρκτούς λόγους. Πολλές φορές εμπεριέχει βία, σωματική, λεκτική, ακόμα και τίποτα από τα δύο. Εξίσου επίπονη για ένα παιδί είναι και η παραμέληση ή η καμίας μορφής αντίδραση, όπου συνήθως ερμηνεύεται από το παιδί ως αδιαφορία.
Οι διαφορές από την τιμωρία και την συνέπεια :
Πρώτο και κύριο, η συνέπεια εμπεριέχει σεβασμό και αναγνώριση των δικαιωμάτων του παιδιού.
Α) Έτσι, το παιδί υπακούει σε κανόνες και αρχές και ταυτόχρονα σέβεται τον γονέα του. Είναι η περίπτωση που λέμε ότι ο σεβασμός δεν επιβάλλεται αλλά εμπνέεται.
Β) Η συνέπεια δίνει στο παιδί την ευκαιρία να επιλέξει (Αν δεν διαβάσεις θα έχεις και λιγότερο χρόνο για παιχνίδι. Διάλεξε !!)
Γ) Επιπλέον, δεν κατηγορεί το παιδί καθώς είναι απρόσωπη και δίνεται σημασία στην πράξη-συμπεριφορά και όχι στο παιδί-χαρακτήρα, δηλαδή «η επίθεση σε συμμαθητή είναι κάτι που μπορεί να προκαλέσει προβλήματα όπως…» αντί «Είσαι απαράδεκτος που…»
Δ) Η συνέπεια στηρίζεται στην καλή θέληση και των δύο πλευρών δια μέσω ενός εποικοδομητικού διαλόγου-συζήτησης
Ε) Καλό είναι να συμβαίνει άμεσα για να γίνεται αντιληπτή από το παιδί. Για να καταλάβει το παιδί την συνέπεια, πρέπει να δοθεί αμέσως και όχι μετά από ώρες ή μέρες. Το παιδί χάνει τον λόγο για τον οποίο επιβάλλεται η συνέπεια.
Αξιοσημείωτο είναι ότι η πειθαρχία πρέπει να ταιριάζει στο παιδί σας. Δεν είναι όλες οι μορφές συνεπειών και πειθαρχίας κατάλληλες για όλους τους χαρακτήρες των παιδιών. Όταν το παιδί σας είναι μαζί με άλλα παιδιά ή τα αδέρφια του, προσπαθήστε να μην εμπλέκεστε/ανακατεύεστε. Όταν επεμβαίνετε σε μια κατάσταση, τη μετατρέπετε από μια απλή συναναστροφή παιδιών σε μια περίπλοκη επικοινωνία, όπου τουλάχιστον οι μισές αντιδράσεις του παιδιού θα έχουν στόχο εσάς τους ίδιους.
ΧΤΙΖΟΝΤΑΣ ΣΧΕΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ
Αναφέρθηκε στην αρχή η έκφραση «χτίσιμο» της σχέσης με το παιδί μας. Έχει ενδιαφέρον να κοιτάξουμε λίγο γύρω μας και στην συνέχεια να εστιάσουμε στην σχέση με το παιδί. Οι καιροί που ζούμε είναι δύσκολοι, τόσο για τα παιδιά όσο για τους γονείς. Οι δυσκολίες που παρουσιάζουν τα παιδιά μας έχουν αυξηθεί σε συχνότητα και ένταση και πολλοί γονείς δεν ξέρουν πώς να τις αντιμετωπίσουν. Νοιώθουν ότι, οι αλλαγές στη φύση της παιδικής ηλικίας είναι τόσο μεγάλες, σε βαθμό που να μην μπορούν να τις χειριστούν και αυτό τους οδηγεί σε αδιέξοδο.
Η νέα πραγματικότητα σπρώχνει τους γονείς σε μια διαρκή αναζήτηση πιο αποτελεσματικών τρόπων διαπαιδαγώγησης . Οι γονείς φαίνεται να έχουν ανάγκη από «τεχνικές», που να τους βοηθήσουν να κατανοήσουν τα παιδιά τους και να αποκαταστήσουν μαζί τους μια ποιοτική και διαρκή επικοινωνία. Να μπορούν δηλαδή να τα καθοδηγούν με στόχο την κοινωνική και την συναισθηματική ανάπτυξη και ωρίμανση. Συχνά οι συμβουλές που δίνονται σε γονείς αγνοούν τον κόσμο των συναισθημάτων. Βασίζονται σε θεωρίες ανατροφής παιδιών, οι περισσότερες από τις οποίες αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή στην κακή συμπεριφορά παραγνωρίζοντας η αγνοώντας τα κίνητρα ή τα συναισθήματα που κρύβονται πίσω από αυτήν.
Έπειτα από μακρόχρονη έρευνα βιβλιογραφιών και άρθρων, έχει διαπιστωθεί ότι η επίδειξη ενδιαφέροντος και αγάπης από μόνη της δεν είναι αρκετή. Πολλοί γονείς που αγαπούν τα παιδιά τους και ενδιαφέρονται για αυτά, όταν έρχονται αντιμέτωποι με τον θυμό, το φόβο ή την λύπη των παιδιών τους, βρίσκονται σε ένα τρομερό αδιέξοδο.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σήμερα οι γονείς βρίσκονται αντιμέτωποι με προκλήσεις που ήταν άγνωστες στις προηγούμενες γενιές. Οι γονείς σήμερα οφείλουν να κάνουν για τα παιδιά τους, πολύ περισσότερα από το να τους εξασφαλίσουν τροφή, μια καλή εκπαίδευση και μια άνετη ζωή. Όμως επειδή δεν υπάρχουν «σχολεία γονέων» , οι γονείς καλούνται απροπόνητοι να παίξουν ένα ρόλο στην παράσταση της ζωής χωρίς κείμενο και χωρίς πρόβα. Με μοναδικό υπόδειγμα την πατρική τους οικογένεια, τις αξίες του και τα πρότυπα συμπεριφοράς που υιοθέτησαν από το περιβάλλον που ανατράφηκαν και μεγάλωσαν.
Σ Υ Ν Α Ι Σ Θ Η Μ Α Τ Ι Κ Η Ε Π Ι Κ Ο Ι Ν Ω Ν Ι Α
Με ποιους όμως, τρόπους οι σημερινοί γονείς θα μπορέσουν να δώσουν στα παιδία τους τα εφόδια που θα τα ενδυναμώσουν και θα τα βοηθήσουν να αναπτύξουν την αυτοεκτίμηση τους, ώστε να είναι ώριμα και υπεύθυνα άτομα (;) Στην πορεία τους να μπορούν να κάνουν δικές τους επιλογές, να συνάπτουν υγιείς σχέσεις και να χαίρονται την ζωή τους (;)
Καταρχάς έχει γίνει καταφανές ότι η διαπαιδαγώγηση ξεκινά από μικρή ηλικία. Ίσως κάποιος από εσάς να αναρωτηθεί ότι οι παραπάνω ερωτήσεις αφορούν γονείς εφήβων. Όχι μόνο, είναι η απάντηση. Οι άνωθεν ερωτήσεις αφορούν κάθε άνθρωπο που μεγαλώνει και αναθρέφει παιδία, διότι το χτίσιμο του συναισθηματικού δεσμού που έχει του πρόποδες του βρεφική ίσως και στην προγεννητική περίοδο, είναι αυτό που θα περιορίσει το άγχος, το φόβο και την αμφιβολία για την σωστή διαπαιδαγώγηση του παιδιού μας. Η συναισθηματική επικοινωνία εντοπίζεται επίσης στην προσπάθεια των γονέων να διοχετεύσουν την αγάπη και το ενδιαφέρον τους, να βοηθήσουν τα παιδιά τους ώστε να αναπτύξουν κοινωνικές και συναισθηματικές δεξιότητες. Εκείνες δηλαδή τις δεξιότητες που χρειαζόμαστε σε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις είτε με ενήλικες, είτε με παιδιά. Απαιτείται λοιπόν, από τους γονείς μια δική τους προσωπική ανάπτυξη, μιας και οι ίδιοι αποτελούν πρότυπα μίμησης για το παιδί τους. Έτσι λοιπόν, όσο πιο πολύ αγωνιστούμε να μάθουμε οι ίδιοι καλύτερα τον εαυτό μας και τον τρόπο που αλληλοεπιδρούμε με τους γύρω μας στις διαπροσωπικές, επαγγελματικές, φιλικές και όχι μόνο σχέσεις, τόσο πιο εύκολα και περισσότερα θα καταφέρουμε να διδάξουμε στο παιδί μας.
Όταν υπάρχει συναισθηματική επικοινωνία, τότε μπορούμε να επιτύχουμε ποιοτική επικοινωνία με τα παιδιά μας ή αλλιώς συνεννόηση με δημιουργικό διάλογο. Οι γονείς να μπορούν να θέσουν όρια : η συμμόρφωση, η υπακοή και η υπευθυνότητα, είναι στοιχεία που πρέπει να πηγάζουν από ένα περιβάλλον αγάπης και συναισθηματικών δεσμών, που τα μέλη της οικογένειας να νοιώθουν συνειδητά ότι υπάρχει ανάμεσα τους.
Η συναισθηματική αγωγή, συμφώνα με επιστημονικές μελέτες, φαίνεται να βοηθά τα παιδιά να γίνουν υγιέστεροι και πιο επιτυχημένοι ενήλικες. Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι η συναισθηματική αγωγή είναι η λύση για όλα τα καθημερινά προβλήματα της οικογενειακής ζωής. Δεν σημαίνει ότι με την εφαρμογή της θα εξαλειφθούν όλες οι οικογενειακές συγκρούσεις, που αποτελούν μια πραγματικότητα της οικογενειακής ζωής, ούτε ότι θα σταματήσουν να υπάρχουν πληγωμένα συναισθήματα ή αισθήματα λύπης, άγχους, θυμού και φόβου. Όμως ως ένα σημείο θα αμβλυνθούν και θα εξομαλυνθούν αν μάθουμε να επικοινωνούμε με ειλικρίνεια και σαφήνεια.
Δεν είναι καθόλου εύκολο να είναι κανείς γονιός. Από τη στιγμή που μια καινούρια ζωή έρχεται στον κόσμο, οι γονείς παύουν να λειτουργούν ως μεμονωμένα άτομα και έχουν την ευθύνη των παιδιών τους, τα οποία εξαρτώνται απόλυτα από εκείνους. Όσο μεγάλη χαρά και ελπίδα φέρνει ένα παιδί, η ευθύνη αυτή συχνά είναι μεγάλο βάρος και οι γονείς πρέπει να
οπλιστούν με υπομονή, για να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες που φέρνει το μεγάλωμα των παιδιών. Γι’ αυτές τις δύσκολες στιγμές είναι σημαντικό οι γονείς να νιώθουν ότι έχουν στο πλάι τους μια βοήθεια.
Νικόλ Πατρινού
Κοινωνιολόγος / Οικογενειακή θεραπεύτρια